Είναι παραδεκτό γεγονός ότι το τραπεζικό σύστημα, τουλάχιστον το τελευταίο έτος, σε συνάρτηση με την κατάσταση αβεβαιότητας που δημιούργησε η πανδημία, διανύει παρατεταμένη περίοδο χαμηλών επιτοκίων και την ίδια ώρα διαθέτει υπερβάλλουσα ρευστότητα, η οποία σε συνδυασμό με τα μέτρα ποσοτικής χαλάρωσης που εφαρμόζει τα τελευταία χρόνια η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ), δημιουργούν ένα σημαντικό επιπρόσθετο κόστος.
Οι κυπριακές τράπεζες έχουν να διαχειριστούν μία πολύ δύσκολη συγκυρία η οποία επηρεάζει τις προσπάθειες τους για επίτευξη βιώσιμης κερδοφορίας. Σε μία οικονομία όπως η κυπριακή, στην οποία το ιδιωτικό χρέος είναι σε ιδιαίτερα υψηλά επίπεδα και ο αριθμός των φυσικών και νομικών προσώπων που πληρούν τα, δικαίως, αυστηρά κριτήρια για νέο δανεισμό είναι περιορισμένος, η προσπάθεια των τραπεζών να διαθέσουν μέσω νέου δανεισμού τα σημαντικά πλεονάσματα ρευστότητας που διαθέτουν, είναι ιδιαίτερα δύσκολη. Την προσπάθεια δυσχεραίνει επίσης το γεγονός πως στην Κύπρο υπάρχει ακόμα μεγάλος αριθμός τραπεζικών ιδρυμάτων σε σχέση με το μέγεθος της πραγματικής οικονομίας. Σ’ αυτό το περιβάλλον, οι πλείστες τράπεζες επέβαλαν αρνητικά επιτόκια ή χρέωση προμηθειών ρευστότητας σε συγκεκριμένες κατηγορίες μεγάλων πελατών, με στόχο να μειώσουν το κόστος φύλαξης αυτών των καταθέσεων (ρευστότητας). Παράλληλα, με στόχο να υποβοηθήσει, η ΕΚΤ με πρόσφατες αποφάσεις βελτίωσε τους δανειστικούς όρους για άντληση ρευστότητας και μείωσε τις απαιτήσεις σε εξασφαλίσεις ανάλογα με τον σκοπό του δανεισμού. Αυτή η εξέλιξη βοήθα ως ένα βαθμό τις κυπριακές τράπεζες, νοουμένου βέβαια ότι πληρούνται τα σχετικά κριτήρια, κυρίως δηλαδή να παραχωρήσουν νέα δάνεια ενός συγκεκριμένου ύψους και με όρους που στοχεύουν στην κατηγοριοποίηση της Βιώσιμης Ανάπτυξης (Sustainable Development).
Απ’ εκεί και πέρα όμως, όσο υποβοηθητικές και να είναι οι πιο πάνω ενέργειες, σίγουρα από μόνες τους δεν επιλύουν το πρόβλημα. Πέραν από τις προκλήσεις, οι κυπριακές τράπεζες όσο και η κυπριακή οικονομία γενικότερα, έχουν ενώπιον τους μία μεγάλη ευκαιρία η οποία προκύπτει από το Σχέδιο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας «Κύπρος – Το αύριο». Το Σχέδιο προβλέπει για σημαντικές άμεσες επενδύσεις ευρωπαϊκών κονδυλίων αλλά και για συμπληρωματικές επενδύσεις δισεκατομμυρίων από τον ιδιωτικό τομέα. Γίνεται λοιπόν εύκολα αντιληπτό πως οι κυπριακές τράπεζες έχουν μία σημαντική ευκαιρία όχι απλώς για να παραχωρήσουν νέο δανεισμό, αλλά και για να εμπλακούν σε έργα δημιουργίας Βιώσιμης Ανάπτυξης και τήρησης των κριτηρίων ESG (Environmental, Social, Governance). H Βιώσιμη Χρηματοδότηση (Sustainable Finance) αποτελεί βασικό πυλώνα της προσπάθειας της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ) να επιτύχει τους στόχους που έχει θέσει για Αειφόρο Ανάπτυξη (Sustainable Development).
Από το 2018, η ΕΕ έχει υιοθετήσει στοχευμένο Σχέδιο Δράσης με συγκριμένες νομικό-οικονομικές τεχνικές παραμέτρους για Βιώσιμη Χρηματοδότηση (Financing Sustainable Growth/ Sustainable Finance Action Plan). Σκοπός της ΕΕ είναι τα Κράτη Μέλη να υλοποιήσουν τη δέσμευση τους για διοχέτευση ιδιωτικών κεφαλαίων προς επενδύσεις οι οποίες να υποστηρίζουν τη Συμφωνία του Παρισιού (Paris Agreement 2016) και με αρχική στόχευση την επίτευξη ουδέτερου ισοζυγίου άνθρακα μέχρι το 2050 με παράλληλη επίτευξη των 17 στόχων Βιώσιμης Ανάπτυξης (Sustainable Development Goals – SDGs) των Ηνωμένων Εθνών.
Μπορούμε λοιπόν να είμαστε βέβαιοι πως η εφαρμογή των κανόνων που αφορούν στη Βιώσιμη Χρηματοδότηση και Ανάπτυξη κάθε άλλο παρά πυροτέχνημα είναι. Οι κυπριακές τράπεζες επηρεάζονται σημαντικά από αυτές τις εξελίξεις κι αν δεν αντιδράσουν εγκαίρως κινδυνεύουν να χάσουν τον τρένο της ανάπτυξης και να υποστούν τις όποιες εποπτικής φύσεως συνέπειες. Ενδεικτικά, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ενέκρινε πρόσφατα επανεξέταση των τραπεζικών κανόνων στην ΕΕ με στόχο την ολοκλήρωση της Βασιλείας ΙΙΙ. Μία από τις αλλαγές που προωθούνται, αφορά στην υποχρέωση των τραπεζών να εντοπίζουν, να γνωστοποιούν και να διαχειρίζονται συστηματικά κινδύνους σχετιζόμενους με τα κριτήρια ESG στο πλαίσιο της ευρύτερης διαδικασίας διαχείρισης κινδύνων που εφαρμόζουν (Risk Management Assessment). Ενδεικτική είναι η υποχρέωση για τακτική διεξαγωγή ασκήσεων προσομοίωσης ακραίων κλιματικών καταστάσεων (stress tests) τόσο από τις εποπτικές Αρχές όσο και από τα ίδια τα πιστωτικά ιδρύματα. Γίνεται λοιπόν αντιληπτό πως η Βιώσιμη Χρηματοδότηση είναι ήδη εδώ κι όσο πιο γρήγορα προσαρμοστούν οι τράπεζες στα νέα δεδομένα, και καθοδηγήσουν και τους πελάτες τους προς τη συγκεκριμένη κατεύθυνση, τόσο μεγαλύτερα θα είναι τα οφέλη και για τις ίδιες αλλά και για την οικονομία γενικότερα.